Γιατί να χρησιμοποιούμε εμβολιασμένα σπορόφυτα

Η εντατικοποίηση της καλλιέργειας κηπευτικών κυρίως υπό κάλυψη (θερμοκήπια , τούνελ), αλλά και υπαίθρια, σε συνδυασμό με την περιορισμένη δυνατότητα αγρανάπαυσης και αμειψισποράς καθώς και η έλλειψη αποτελεσματικών τεχνικών απολύμανσης,  έχουν  οδηγήσει στην αύξηση των παθογόνων εδάφους, όπως και άλλων περιοριστικών για τα φυτά παραγόντων.  Η συσσώρευση όλων αυτών έχει ως αποτέλεσμα  την ποσοτική και ποιοτική μείωση της  παραγωγή.  Μια λύση στο παραπάνω πρόβλημα αποτελεί η χρήση υβριδίων με ανθεκτικό σε παθογόνα και επιβλαβείς αβιοτικούς παράγοντες  ριζικό σύστημα, ενώ μια άλλη προσέγγιση είναι η χρήση  εμβολιασμένων σποροφύτων.
Η χρήση εμβολιασμένων σποροφύτων βασίζεται στην  αξιοποίηση δυο διαφορετικών φυτών:

  1. Του εμβολίου, που αποτελεί  το υπέργειο τμήμα του εμβολιασμένου φυτού και το οποίο ουσιαστικά είναι η ποικιλία που επιθυμούμε να εκμεταλλευτούμε παραγωγικά.  
  2. Του υποκειμένου, το οποίο αποτελεί τη ρίζα του εμβολιασμένου φυτού.

Η χρήση εμβολιασμένων σποροφύτων ξεκίνησε την δεκαετία του 1920 σε χώρες της Ανατολικής Ασίας (Ιαπωνία, Κορέα), αρχικά σε καρπούζι και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε αρκετές περιοχές του κόσμου σε καλλιέργειες κολοκυνθοειδών αλλά και σολανωδών. Στη χώρα μας,  εμβολιασμένα φυτά  σε εμπορική κλίμακα ξεκινούν να καλλιεργούνται στα μέσα της δεκαετίας του 1980, αρχικά με φυτά καρπουζιού.

Σήμερα στην Ελλάδα γίνετε εμβολιασμός στα Κολοκυνθοειδή:

  • στο καρπούζι, το 100 % των φυτών για επαγγελματική εκμετάλλευση είναι εμβολιασμένα.
  • στο αγγούρι, σημαντικό ποσοστό, κυρίως των μακρόκαρπων ποικιλιών, καλλιεργούνται εμβολιασμένα και μάλιστα με αυξητικές τάσεις.
  • στο πεπόνι, όπου επίσης τα στρέμματα των εμβολισμένων φυτών αυξάνονται αναλογικά κάθε χρόνο.

Εμβολιασμός σε εμπορική κλίμακα γίνετε και στα Σωλανώδη:

  • Στην τομάτα, που αποτελεί και τον σημαντικότερο εκπρόσωπο σε  ποσοστό καλλιέργειας αυτής της οικογένειας, υπάρχουν αυξητικές τάσεις τα τελευταία χρόνια.
  • Στην μελιτζάνα, όπου τουλάχιστον στη χώρα μας, η χρήση εμβολιασμένων φυτών σε εμπορική κλίμακα υπάρχει, αλλά σε πολύ μικρό ποσοστό.
  • Στην πιπεριά, όπου η εμπορική χρήση εμβολιασμένων φυτών είναι σχεδόν μηδενική.

Πλεονεκτήματα και Μειονεκτήματα των εμβολιασμένων σποροφύτων

Η αύξηση της χρήσης των εμβολιασμένων φυτών που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την αδυναμία χρήσης απολυμαντικών εδάφους (π.χ. Βρωμιούχο Μεθύλιο, 1,3 –διχλωροπροπένιο), οφείλετε σε μια σειρά πλεονεκτημάτων που παρουσιάζουν σε σχέση με τα αυτόριζα φυτά:

  1. Ανθεκτικότητα σε σοβαρές εδαφογενείς ασθένειες και εχθρούς. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η αντιμετώπιση της αδροφουζαρίωσης στο αγγούρι (Fusarium oxysporum f.sp. radicis cucumerinum ), καθώς και η αντιμετώπιση της φελλώδους σηψιρριζίας στην τομάτα (Pyrenochaeta lycopersici).
  2. Ανθεκτικότητα σε παράγοντες αβιοτικού «στρες», η οποία έρχεται ως επακόλουθο του εύρωστου ριζικού συστήματος.  Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η καλύτερη ανοχή σε χαμηλές θερμοκρασίες καθώς και στην αυξημένη αλατότητα του εδάφους.
  3. Μεγαλύτερη ομοιομορφία και συνέχεια στην παραγωγή. Τα χαρακτηριστικά αυτά παρατηρούνται στις μεγάλης διάρκειας κηπευτικές καλλιέργειες, που μπορούν να φτάσουν και τους 10 μήνες στην τομάτα.

Όμως τα  εμβολιασμένα φυτά δεν αποτελούν πανάκια. Υπάρχουν και ανασταλτικοί παράγοντες στην χρήση τους οι οποίοι και αναφέρονται παρακάτω:

  1. Οψίμιση της παραγωγής καθώς και μειωμένη παραγωγή στα πρώτα στάδια της καλλιέργειας σε σχέση με τα αυτόριζα φυτά. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην μεγαλύτερη ευρωστία που έχουν τα εμβολιασμένα φυτά, με αποτέλεσμα να καθυστερούν να μπουν στην παραγωγή. Εμφανές  παράδειγμα αποτελεί η τομάτα , όπου η οψίμιση συγκομιδής κυμαίνεται στις 10-15 ημέρες ανάλογα με την περίοδο φύτευσης και παρατηρείται καθόλη την διάρκεια της καλλιέργειας. Έτσι, σε περιπτώσεις όπου η καλλιέργεια στοχεύει σε γρήγορη και συγκεντρωμένη  συγκομιδή, π.χ. κοντά σε περίοδο όπου οι τιμές είναι υψηλές, ο εμβολιασμός αποτελεί μάλλον εμπόδιο. Για το λόγο αυτό είναι πολύ σημαντική η επιλογή του σωστού υποκειμένου που μπορεί να αμβλύνει όσο το δυνατό περισσότερο τη διαφορά αυτή, προσδίδοντας στο φυτό την απαραίτητη ισορροπία βλάστησης / καρποφορίας, συνέχεια παραγωγής και αλλά και πρωιμότητα.
  2. Μείωση της ποιότητας και των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών των παραγόμενων καρπών σε κάποιες περιπτώσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και πάλι η τομάτα, όπου το γεγονός αυτό συνδέεται με την μεγαλύτερη δυνατότητα απορρόφησης κάποιων θρεπτικών στοιχείων από το ριζικό σύστημα, όπως για παράδειγμα του Αζώτου (Ν), με αποτέλεσμα η καρποί να έχουν λιγότερο γλυκιά γεύση, πιο θαμπό χρώμα και να εμφανίζουν «κούφωμα», ιδιαίτερα στις πρώτες ταξιανθίες. Αυτό το φαινόμενο απαντάται και πάλι κατά την χρήση πολύ εύρωστων υποκειμένων.
  3. Επίσης άλλο ένα  μειονέκτημα των εμβολιασμένων φυτών αποτελεί το υψηλό κόστος. Στην περίπτωση της τομάτας αυτό το γεγονός  τείνει να καλυφθεί με την χρήση μικρότερης πυκνότητας φύτευσης φυτών με δυο στελέχη. Για παράδειγμα αντί να χρησιμοποιηθούν 2000 αυτόριζα μονοστέλεχα φυτά χρησιμοποιούνται 1000 φυτά εμβολιασμένα με δυο στελέχη. Το κόστος σε αυτή την περίπτωση για την κάλυψη της ίδιας επιφάνειας είναι ελαφρώς  υψηλότερο σε σχέση με τη χρήση αυτόριζων φυτών, αλλά και πάλι  υπάρχει η πιθανότητα απώλειας φυτών στο χωράφι που θα μειώσει  στο διπλάσιο την απώλεια παραγωγής, αφού χάνοντας μια ρίζα χάνουμε δυο φυτά. Στην περίπτωση του αγγουριού η χρήση των διστέλεχων φυτών δεν είναι τόσο αποτελεσματική  και έτσι το κόστος χρήσης παραμένει αρκετά υψηλό .

Ευτυχώς η έρευνα από τους μεγάλους σποροπαραγωγικούς οίκους έχει προχωρήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια, κυρίως στα υποκείμενα τομάτας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν αυτή τη στιγμή  κάποια υποκείμενα στην αγορά που να προσδίδουν στο φυτό όλα τα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού, μετριάζοντας στο ελάχιστο τα μειονεκτήματα που αναφέραμε . 

 

Νίκος Δελημπαλταδάκης

Υπεύθυνος πειραματισμού & ανάπτυξης κηπευτικών

Μοιραστείτε: